Λούλα Αναγνωστάκη,
«Χάθηκα μες τη ζωή μου,
«Χάθηκα μες τη ζωή μου,
χάθηκες μες τη βροχή…»
«Αύγουστος… ήλιος στη παραλία…
Φεύγουν τα πλοία… σ’ άλλα νησιά…
Φεύγουν οι φίλοι… φεύγουν τα πλοία…Μια ησυχία στην ερημιά…
Χάθηκα… χάθηκα μες’ τη ζωή μου…
Χάθηκες… χάθηκες μες’ τη βροχή…
Σβήσανε τα φώτα στη παραλία…
Ηρθ’ ο Σεπτέμβρης… ηρθ’ η βροχή…
Φεύγαν οι φίλοι… φεύγαν τα πλοία…
πήγε χαμένη η εκδρομή…
Χάθηκα… χάθηκα μεσ’ τη ζωή μου…
Χάθηκες… χάθηκες μεσ’ τη βροχή…»
Σωτήρης Παστάκας,
«Αύγουστος… ήλιος στη παραλία…
Φεύγουν τα πλοία… σ’ άλλα νησιά…
Φεύγουν οι φίλοι… φεύγουν τα πλοία…Μια ησυχία στην ερημιά…
Χάθηκα… χάθηκα μες’ τη ζωή μου…
Χάθηκες… χάθηκες μες’ τη βροχή…
Σβήσανε τα φώτα στη παραλία…
Ηρθ’ ο Σεπτέμβρης… ηρθ’ η βροχή…
Φεύγαν οι φίλοι… φεύγαν τα πλοία…
πήγε χαμένη η εκδρομή…
Χάθηκα… χάθηκα μεσ’ τη ζωή μου…
Χάθηκες… χάθηκες μεσ’ τη βροχή…»
Σωτήρης Παστάκας,
«Προτού χάσω το κορμί μου»
«Προτού χάσω το κορμί μου
έχασα το μυαλό μου- Πάμε πάλι:
Πριν χάσω το μυαλό μου
Έχασα το κορμί μου- Απ’ την αρχή:
Έχασα το μυαλό μου.
Έχασα το κορμί μου.
Πάμε πάλι από την αρχή:
Έχασα το κορμί μου.
Έχασα το μυαλό μου
Σε χέρια που μια νύχτα
Μου πρότειναν τρεμάμενη σάρκα»
ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ
Λένα Παππά, «Τα Ποιήματα» Β’
Κάτι, για να το χάσεις
πρέπει κάποτε να το είχες.
Κι αν κάποτε το είχες και τώρα όχι πια
πλούσιος από την ανάμνησή του πάλι μένεις
αφού και το χαμένο κάποτε ήταν κερδισμένο.
Αλλοίμονο από κείνους που ποτέ
δεν έχουν χάσει τίποτε
που τίποτε να χάσουνε δεν έχουνε
σ’ αυτόν τον κόσμο.
ΜΕ ΣΥΓΧΩΡΕΙΤΕ, ΜΗΠΩΣ ΒΡΗΚΑΤΕ ΚΑΤΙ ΧΑΜΕΝΟ
Rudolf Marku, μετάφραση από τα αλβανικά: Valbona Hysi
[Ο θάνατος διαβάζει εφημερίδα, 1995]
Κάτι συμβαίνει καμιά φορά,
Χωρίς να ξέρεις τι,
Όμως το νιώθεις: κάτι έχει χαθεί
Και αρχίζεις να ψαχουλεύεις
Στις τσέπες βαθιά, πολύ βαθιά
Άσκοπα σχεδόν, εντελώς άσκοπα
Γι’ αυτό σας παρακαλώ, να ρωτήσω:
-Βρήκε μήπως κανείς έναν Κόσμο;
Σου συμβαίνει καθώς περπατάς
Το πρωί ή και το σούρουπο
Σαστίζεις ξαφνικά
Καθώς έτυχε κι έχασες κάτι
Τα χέρια στις τσέπες βαθιά
Αρχίζουν να ψάχνουν εις μάτην
Γι’ αυτό σας παρακαλώ να ρωτήσω ξανά:
-Μήπως βρήκε κανείς έναν Κόσμο;
ΧΑΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ
Αχ, και να γύριζαν, να ‘ρχονταν πίσω
τα χρόνια που έζησα πριν σ’ αγαπήσω!
Χρόνια αμνημόνευτα σα να ‘ταν ξένα
τα χρόνια που έζησα χωρίς εσένα.
Ποτάμι που ‘τρεξε μες σε λιθάρια
και δεν επότισε μηδέ χορτάρια,
κι η γη το ρούφηξε στ’ άφωτα βάθη
κι ως και τ’ χνάρι του για πάντα εχάθη.
Αχ, και να γύριζαν να διπλοζήσω,
αγάπη αδιάκοπη να σου χαρίσω,
και να ‘σαι η πρώτη μου, εσύ η στερνή μου,
από τη γέννα μου κι ως τη θανή μου.
Μισή σου χάρισα ζωή μονάχα.
Ζωές αμέτρητες ήθελα να ‘χα,
έτσι όπως πρέπει σου να σ’ αγαπήσω.
Αχ, και να γύριζαν τα χρόνια πίσω!
«Προτού χάσω το κορμί μου
έχασα το μυαλό μου- Πάμε πάλι:
Πριν χάσω το μυαλό μου
Έχασα το κορμί μου- Απ’ την αρχή:
Έχασα το μυαλό μου.
Έχασα το κορμί μου.
Πάμε πάλι από την αρχή:
Έχασα το κορμί μου.
Έχασα το μυαλό μου
Σε χέρια που μια νύχτα
Μου πρότειναν τρεμάμενη σάρκα»
ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ
Λένα Παππά, «Τα Ποιήματα» Β’
Κάτι, για να το χάσεις
πρέπει κάποτε να το είχες.
Κι αν κάποτε το είχες και τώρα όχι πια
πλούσιος από την ανάμνησή του πάλι μένεις
αφού και το χαμένο κάποτε ήταν κερδισμένο.
Αλλοίμονο από κείνους που ποτέ
δεν έχουν χάσει τίποτε
που τίποτε να χάσουνε δεν έχουνε
σ’ αυτόν τον κόσμο.
ΜΕ ΣΥΓΧΩΡΕΙΤΕ, ΜΗΠΩΣ ΒΡΗΚΑΤΕ ΚΑΤΙ ΧΑΜΕΝΟ
Rudolf Marku, μετάφραση από τα αλβανικά: Valbona Hysi
[Ο θάνατος διαβάζει εφημερίδα, 1995]
Κάτι συμβαίνει καμιά φορά,
Χωρίς να ξέρεις τι,
Όμως το νιώθεις: κάτι έχει χαθεί
Και αρχίζεις να ψαχουλεύεις
Στις τσέπες βαθιά, πολύ βαθιά
Άσκοπα σχεδόν, εντελώς άσκοπα
Γι’ αυτό σας παρακαλώ, να ρωτήσω:
-Βρήκε μήπως κανείς έναν Κόσμο;
Σου συμβαίνει καθώς περπατάς
Το πρωί ή και το σούρουπο
Σαστίζεις ξαφνικά
Καθώς έτυχε κι έχασες κάτι
Τα χέρια στις τσέπες βαθιά
Αρχίζουν να ψάχνουν εις μάτην
Γι’ αυτό σας παρακαλώ να ρωτήσω ξανά:
-Μήπως βρήκε κανείς έναν Κόσμο;
ΧΑΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ
Αχ, και να γύριζαν, να ‘ρχονταν πίσω
τα χρόνια που έζησα πριν σ’ αγαπήσω!
Χρόνια αμνημόνευτα σα να ‘ταν ξένα
τα χρόνια που έζησα χωρίς εσένα.
Ποτάμι που ‘τρεξε μες σε λιθάρια
και δεν επότισε μηδέ χορτάρια,
κι η γη το ρούφηξε στ’ άφωτα βάθη
κι ως και τ’ χνάρι του για πάντα εχάθη.
Αχ, και να γύριζαν να διπλοζήσω,
αγάπη αδιάκοπη να σου χαρίσω,
και να ‘σαι η πρώτη μου, εσύ η στερνή μου,
από τη γέννα μου κι ως τη θανή μου.
Μισή σου χάρισα ζωή μονάχα.
Ζωές αμέτρητες ήθελα να ‘χα,
έτσι όπως πρέπει σου να σ’ αγαπήσω.
Αχ, και να γύριζαν τα χρόνια πίσω!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου